Η πίκρα του χαμόγελου

Η πίκρα του χαμόγελου


Είναι αδύνατον να μπορέσεις να πεις κάτι για αυτό που συνέβη στον Στέφαν Γέλοβατς, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 32 ετών από εγκεφαλική αιμορραγία. Δεν είναι δυνατό και γιατί στα μάτια μας οι αθλητές παραμένουν πάντα ήρωες άτρωτοι, προορισμένοι για να μας δείχνουν δυνατότητες: μεγαλώνουμε πιστεύοντας πως είναι ικανοί για θαύματα, πως στις περισσότερες περιπτώσεις η καριέρα τους είναι απόδειξη της χαράς της ζωής. Διαβάζω ότι ο Στέφαν Γέλοβατς πάντα χαμογελούσε. Που είναι το παράξενο; Είχε κάνει το χόμπι του επάγγελμα, είχε γυρίσει τον κόσμο παίζοντας μπάσκετ: Σερβία, Τουρκία, Ιταλία, Λιθουανία, Ισπανία, Ρωσία, Γερμανία ακόμα και στην Ιαπωνία έφτασε. Πριν φύγει. Νωρίς και γρήγορα. Για πάντα.  

Μια συνταρακτική περιγραφή   

Μου σηκώθηκε η τρίχα διαβάζοντας όσα είπε ο προπονητής του στην ΑΕΚ Στέφανος Δέδας περιγράφοντας τις  τελευταίες μέρες του αδικοχαμένου – ο Δέδας που από τη μεριά του είναι κι αυτός ένας ήρωας μιας τρομακτικής ιστορίας – το είδος του ήρωα που δεν διάλεξε το ρόλο και που δεν θα τον ήθελε ποτέ.

«Πριν από τρεις εβδομάδες ήμουν με τους παίκτες σε μια ενημέρωση στο βίντεο. Ο Γέλοβατς δεν κάθισε μαζί μας γιατί είχε τραυματιστεί στον αστράγαλο. Ήταν στην αίθουσα θεραπείας και έκανε ποδήλατο γυμναστικής. Όταν τελειώσαμε την ενημέρωση, στείλαμε τους παίκτες να ετοιμαστούν για την προπόνηση και είδαμε κόσμο να τρέχει και να καλεί ασθενοφόρο! Ο Στέφαν είχε τις αισθήσεις του, καταφέραμε να επικοινωνήσουμε λίγο μαζί του, αλλά καταλάβαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και ότι μάλλον έπαθε εγκεφαλικό» λέει ο προπονητής της ΑΕΚ.

https://cdnn1.img.sputniknews.gr/img/07e5/0c/06/21057875_0:0:1620:912_1920x0_80_0_0_e6e62b05887de82442dfeab5ec6a21fa.jpg

Και συνεχίζει: «Ακυρώσαμε αμέσως την προπόνηση και τον πήγαμε στο νοσοκομείο. Παίξαμε την επόμενη μέρα το παιχνίδι με τη Ρίγα στο Basketball Champions League χωρίς προπόνηση, αλλά παίξαμε για αυτόν, παλέψαμε σαν τρελοί και κερδίσαμε. Μετά νικήσαμε και το Λαύριο στο πρωτάθλημα ενώ ακολούθησε η διακοπή λόγω των εθνικών ομάδων. Όταν είχαμε χρόνο χωρίς προπόνηση και παιχνίδια, καταλάβαμε πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση. Δεν σκεφτόμουν καθόλου το ενδεχόμενο να τελειώσει έτσι. Πιστεύαμε ότι θα έβγαινε από αυτό, ακόμα κι αν δεν συνέλθει 100%. Λόγω του κορονοϊού, δεν μπορούσαμε να επισκεφτούμε τον Στέφαν στο νοσοκομείο. (…) Όλη η ομάδα πήγε στο ξενοδοχείο όπου βρίσκονταν οι γονείς του και συναντήθηκε μαζί τους. Έτσι, είχαμε ακόμα ελπίδες ότι θα τελειώσει καλά. Κανείς δεν ξεγελούσε τον εαυτό του ότι θα επέστρεφε για να παίξει μπάσκετ και ελπίζαμε ότι θα ξυπνούσε με όσο το δυνατόν λιγότερες αναπηρίες. Τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχουμε αρχίσει να προετοιμαζόμαστε ψυχικά για τα χειρότερα, οπότε η χθεσινή ανακοίνωση του θανάτου του δεν εξέπληξε τα μέλη της ομάδας. Όταν η οικογένεια ζήτησε να μεταφερθεί το Σαββατοκύριακο στη Σερβία, ήταν σαφές για εμάς ότι η ελπίδα είχε εξαντληθεί».

Και καταλήγει: «Είναι τόσο λυπηρό και περίεργο που ένας νεαρός πέθανε από εγκεφαλικό. Δεν υπήρχαν προειδοποιητικά σημάδια ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί καθόλου. Είμαι προπονητής για πάνω από είκοσι χρόνια και δεν μου έχει συμβεί κάτι παρόμοιο. Είναι μία δύσκολη εμπειρία, που έχει ένα μάθημα ζωής. Κατάλαβα τι πραγματικά έχει σημασία». 

Η ζωή μέσα στην ομάδα

Η αφήγηση του προπονητή είναι ένα από τα πιο αληθινά κι ανθρώπινα κείμενα που έχω διαβάσει ποτέ. Καταλαβαίνεις σε αυτές τις πενήντα γραμμές τα πάντα. Το αληθινά αναπάντεχο που εισβάλει σε μια ομάδα. Τον τρόπο που όλοι προσπαθούν να αντλήσουν δύναμη για να ξορκίσουν αυτή την κακή στιγμή: ο Γέλοβατς, ως μέλος της ομάδας, οδηγεί την ΑΕΚ σε δυο νίκες μολονότι στο κρεβάτι του νοσοκομείου δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Ακολουθεί ο φόβος, το άγχος, η αγωνία, η άρνηση ότι θα συμβεί το χειρότερο, η ελπίδα. Όλα αυτά εντός μιας ομάδας γίνονται όλο και πιο σκληρά, όλο και πιο ακραία.

Ο αθλητής είναι μέλος της ομάδας, ένας από όλους, μέχρι το τέλος του: η οδύνης που προκαλεί ο χαμός του μεγαλώνει αφόρητα γιατί το δράμα του είναι καθημερινό – είναι στις ζωές όλων. Ταξίδια, προπονήσεις, παιγνίδια πρέπει να συνεχιστούν υπό το βάρος μιας συμφοράς: η οικογένεια του παίκτη μπορεί να είναι στο προσκέφαλά του – η ομάδα όχι κι αυτό κάνει τα πάντα ακόμα πιο σκληρά. Ο Δέδας μιλά με ειλικρίνεια για την ανάγκη της προετοιμασίας της ομάδας για το μοιραίο: για σκεφτείτε το λίγο. Η εισβολή του θανατικού στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν σοκάρει απλά, αλλά τραυματίζει. Πονάει. Ο καθένας νοιώθει ότι χάνει κάποιον που υπάρχει, όχι απλά στην καθημερινότητα του, αλλά στη ζωή του την ίδια, στην καρδιά του.

https://www.aek1924.gr/wp-content/uploads/2021/11/jelovac-aek1924-670x441.jpg

Ο Γέλοβατς φεύγει πολλές φορές. Φεύγει ως αθλητής, φεύγει ως φίλος, φεύγει ως συμπαίκτης, φεύγει σαν αδερφός. Φεύγει κι αφήνει ένα κενό αληθινό, μια πίκρα – την πίκρα της αδικίας. Ο θάνατος του, όπως εξηγεί ο προπονητής, είναι για την ομάδα μια οδυνηρή διαδικασία που κρατά για μέρες: όλοι πρέπει να προετοιμαστούν βουβά για το ενδεχόμενο, χωρίς να σταματήσουν τίποτα. Ολο αυτό το τελετουργικό είναι σκληρό όσο τίποτα. Αρχικά εισβάλει η αγωνία, πριν από την τυπική ανακοίνωση του θανάτου έχει σβήσει η ελπίδα. Και μετά το σβήσιμό της ελπίδας ακολουθεί ένα γιατί, χωρίς απαντήσεις κι εξηγήσεις. Κι αν αυτές υπάρχουν, δεν τις θέλει κανείς. Συμβαίνει κάτι στο εσωτερικό της ομάδας που είναι σαν να τραυματίζει ταυτόχρονα του πάντες. Χωρίς παυσίπονο. Χωρίς γιατρειά.

Σπάνιο χαμόγελο  

Ο αθλητής εκπαιδεύεται για να αντέχει και την αποτυχία. Την μοιράζεται με τον συμπαίκτη – αυτός του την απαλύνει. Αν χάσει με τέτοιο τρόπο ένα συμπαίκτη χάνει κάτι από τον εαυτό του. Ο αθλητής έχει μάθει να μοιράζεται – αλλά όχι τα πάντα: αυτή την οδύνη δεν μπορεί να τη μοιραστεί. Η οικογένεια του αδικοχαμένου βρίσκει βάλσαμο στις αναμνήσεις της. Ο συμπαίκτης με αυτές πονάει πιο πολύ. Αν η απώλεια είναι μια διαδικασία βίαιης ωρίμανσης στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει ούτε αυτό. Ο θάνατος αφήνει απλά μια πικρή αίσθηση αδικίας.   

Είχα δει τον Γέλοβατς να αγωνίζεται όπως οι περισσότεροι. Ψηλός, αγέρωχος με το 2,08 του, γίγαντας πραγματικός. Δεν ξέρω τι άνθρωπος υπήρξε – ίσως ήταν όσο καλός τον περιγράφουν, ίσως και καλύτερος, ίσως και όχι. Ο Δέδας λέει ότι η φυγή του ήταν ένα μάθημα ζωής: νομίζω ότι πιο πολύ κι από την άτυχο Σέρβο το μάθημα μας το δίνει αυτός με την συνταρακτική του περιγραφή, την εξιστόρηση ενός άδικου φινάλε, την υπενθύμιση ότι ακόμα κι αυτοί οι άτρωτοι αθλητές μπορεί να λυγίζουν απροειδοποίητα κι ανεξήγητα. «Πάντα χαμογελούσε» λέει ο Δέδας. Πως είναι άραγε δυνατόν να θυμάσαι ένα χαμόγελο με πίκρα;

Ας μάθουμε να αγαπάμε λίγο περισσότερο τους αθλητές και το χαμόγελό τους: είναι σπάνιοι. Ας έχουμε επίγνωση αυτής της σπανιότητάς τους πάντα. Είναι αυτή που πιο πολύ πονάει όταν φεύγουν…